Οι ελληνικές μελέτες, από την αρχαιότητα έως σήμερα, θα πρέπει να έχουν μια μόνιμη θέση στα ακαδημαϊκά κέντρα όλου του κόσμου, υποστηρίζει ο πρώην πρύτανης του πανεπιστημίουτης Μελβούρνης, καθηγητής Μάικλ Όσμπορν, που είναι μέλος και της Ακαδημίας Αθηνών.
Ο διάσημος καθηγητής της ελληνικής επιγραφικής και αρχαιολογίας και λάτρης του ελληνικού πολιτισμού, καθηγητής Μάικλ Τζον Όσμπορν, έκανε τις επισημάνσεις του κατά την παρουσίαση του τόμου «Φιλαθήναιος, Μελέτες προς Τιμή του Μάικλ Τζον Όσμπορν» που εκδόθηκε από την Ελληνική Επιγραφική Εταιρεία της Ελλάδας και παρουσιάστηκε στο Ελληνικό Μουσείο Μελβούρνης.
Ο καθηγητής Όσμπορν σημείωσε πως η παρουσία των ελληνικών μελετών στα πανεπιστήμια όλου του κόσμου επιβάλλεται, όχι μόνος ως «χρέος» του δυτικού κόσμου, αλλά γιατί «ακριβώς εκεί στηρίζεται».
«Επισημαίνω κάτι που απάντησε ένας άλλος ακαδημαϊκός στην ερώτηση «τι χρωστά ο δυτικός πολιτισμός στους Έλληνες;» Η απάντηση ήταν «τον δυτικό πολιτισμό».
Ο καθηγητής Όσμπορν επισήμανε ότι η σημερινή τάση των Πανεπιστημίων, σύμφωνα με την οποία οι Ανθρωπιστικές Σπουδές απαξιώνονται ως άσχετες, δεν μπορεί παρά μόνον να απογυμνώσει την κοινωνία μας σημαντικά.
Πρόσφατα, είπε, ένας νέος από τις ΗΠΑ επισκέφθηκε την Ελλάδα και όταν επέστρεψε στην Αμερική τον ρώτησαν:
«Στον Παρθενώνα πήγες;» Η απάντησή του ήταν πως δεν θυμάται γιατί ήταν τόσα πολλά τα νυχτερινά κέντρα. Προφανώς θεώρησε και τον Παρθενώνα κλαμπ”…
Ο καθηγητής Όσμπορν εξέφρασε την λύπη του που, διεθνώς, τα πανεπιστήμια έχουν μετατραπεί σε «εκπαιδευτικά κέντρα» και η μόνη τους έννοια είναι να δημιουργήσουν στελέχη.
Ειδικά στην Αυστραλία του 21ου αιώνα, το μέλλον των Ελληνικών Σπουδών και γενικότερα των Ανθρωπιστικών Σπουδών, διαγράφεται επικίνδυνο, αφού όλο και περισσότερα πανεπιστήμια -είτε από δική τους επιλογή είτε από όντως πραγματικούς ή και φαντασιώδεις περιορισμούς- περιθωριοποιούν ή εγκαταλείπουν τις σπουδές αυτές, για χάρη άλλων «απαιτητικών» προγραμμάτων, που έχουν απλά χαρακτήρα επαγγελματικής αποκατάστασης. Συμπλήρωσε μάλιστα ότι στην Κίνα η κατάσταση είναι σαφώς καλύτερη.
«Διαπιστώνω ότι οι Κινέζοι έχουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τον ελληνικό πολιτισμό από ότι η Αυστραλία», είπε.
Συμπλήρωσε πάντως πως υπάρχει μια αισιοδοξία πως το ΕΚΕΜΕ, «σαν τον Φοίνικα θα αναγεννηθεί μέσα από τις στάχτες του και κάλεσε τον Ελληνισμό, αν συμβεί αυτό, να το στηρίξουν με όλες τις δυνάμεις τους».
Η ΕΚΔΟΣΗ
Την έκδοση «Φιλαθήναιος» επιμελήθηκαν τα πνευματικά παιδιά του καθηγητή Όσμπορν, οι πανεπιστημιακοί Αναστάσιος Μ. Τάμης, Κρις Μακί (Chris Mackie) και Σον Μπερν (Sean Byrne), οι οποίοι μίλησαν για το βιβλίο και το έργο του, ενώ την εκδοτική διαδικασία φρόντισε ο Άγγελος Ματθαίου, γραμματέας της Ελληνικής Επιγραφικής Εταιρείας της Ελλάδας.
Την παρουσίαση έκανε η υπεύθυνη του Ελληνικού Μουσείου, Βίκυ Γιαννουλάτος.
Όλοι οι ομιλητές υπογράμμισαν ότι ο καθηγητής Μάϊκλ Όσμπορν είναι μια προσωπικότητα ευρύτερης ακτινοβολίας, ο οποίος έχει παράγει σπουδαίο έργο, απ’ όπου και αν πέρασε και έχει συνδέσει το όνομά του με τη μελέτη και τη διάδοση τού ελληνικού πολιτισμού στο εξωτερικό.
Εξάλλου και ο Έλληνας καθηγητής Γεώργιος Μπαμπινιώτης, μιλώντας για τον καθηγητή Όσμπορν και το έργο του, προσφάτως, σημείωνε:
«Ο κ. Όσμπορν προσπάθησε να καλλιεργήσει την άποψη ότι οι σπουδές σ’ ένα πανεπιστήμιο, δεν μπορεί να είναι απλή «κατάρτιση”-δεν είναι απλώς ό,τι αποκαλείται μ’ έναν αγγλικό όρο training. Είναι πάνω από όλα παιδεία, είναι καλλιέργεια της σκέψης, της κρίσης, του πνευματικού ορίζοντα και της ευαισθησίας του επιστήμονα. Αυτό, άλλωστε, είναι το πρότυπο των σπουδών στην ελληνική αρχαιότητα αλλά και το πρότυπο των ευρωπαϊκών πανεπιστημίων. Τα πανεπιστήμια δεν είναι επαγγελματικές σχολές ! Ο καθηγητής Οσμπορν, υποστηρίζει ακόμη ότι όλοι οι κλάδοι επιστήμης που περνάνε από το Πανεπιστήμιο θα έπρεπε να έχουν μια επαφή με τα κλασικά γράμματα, με τα κλασικά κείμενα. Καταλαβαίνουμε τη σημασία που έχουν αυτές οι θέσεις του κ. Οσμπορν, επίσημα διακηρυγμένες και στην πράξη εφαρμοσμένες. Δείχνουν μια πνευματική παρρησία, μια τόλμη που εμείς -στον τόπο που γέννησε αυτές τις συλλήψεις- διστάζουμε να τις υποστηρίξουμε.
Ο κ. Οσμπορν, ανέπτυξε επίσης μια σπάνια δραστηριότητα γι’ αυτό που λέμε διεθνή συνεννόηση και συνεργασία στην Ανώτατη Παιδεία. Συνέδεσε μεταξύ τους και πέρασε ένα πνεύμα συνεργασίας (ανταλλαγής διδασκόντων και φοιτητών, εφαρμογή κοινών ερευνητικών και διδακτικών προγραμμάτων) σε πολλά διαφορετικά πανεπιστήμια, με πανεπιστήμια της Αυστραλίας, της Κίνας, της Ιαπωνίας, νησιών του Ειρηνικού και πανεπιστήμια τής Ευρώπης.
Θα αναφέρω την ίδρυση του «Κέντρου Επιγραφικής και Προσωπογραφίας», που ίδρυσε στο Πανεπιστήμιο τής Μελβούρνης και μετέφερε στο Πανεπιστήμιο τού «La Trobe» στη Μελβούρνη. Θα αναφέρω ότι ίδρυσε δυο έδρες Νεοελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο τού La Trobe, μια για διδασκαλία και μια για έρευνα. Και θα αναφέρω επίσης την ίδρυση και ενίσχυση τού «Εθνικού Κέντρου Έρευνας και Μελέτης τού Απόδημου Ελληνισμού» (Ε.Κ.Ε.Μ.Ε.), το οποίο, υπό την εμπνευσμένη διεύθυνση τού καθηγητού κ. Τάμη,απετέλεσε τον πιο σημαντικό ερευνητικό φορέα μελέτης τής ιστορίας και τής δραστηριότητας των Ελλήνων μεταναστών στις διαφόρους ηπείρους (με εξαίρεση την Ευρώπη) με θαυμαστό αρχειακό υλικό και πλήθος εκδεδομένων έργων».
Πηγή: Καθημερινή/ ΑΠΕ – ΜΠΕ